χανάκα

χανάκα
η, Ν
περιλαίμιο σκύλου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για λ. διαλ. προελεύσεως].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Καφιρνιγκάν — (Kafirnigan). Ποταμός (387 χλμ.) του Τατζικιστάν, δεξιός παραπόταμος του Αμού Νταριά. Έχει έκταση λεκάνης 11.600 τ. χλμ. Πηγάζει από τις νότιες πλαγιές της οροσειράς Γκισάρ και διασχίζει την ομώνυμη κοιλάδα. Τροφοδοτείται κυρίως από τα χιόνια και …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”